Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Ήταν ένα Καλοκαίρι (Πέτια Ντουμπάροβα)

Claude Monet:path in the wheat at pourville 

Διάβασα ξανά Τα Κείμενα Ενός Κοριτσιού* της Πέτια Ντουμπάροβα. Kείμενα που διαρκώς ερωτοτροπούν με την ποίηση, θέλησα να με συντροφεύουν τούτο το καλοκαίρι. Δεν ξέρω γιατί με ευγνωμοσύνη απερίγραπτη τα αγκάλιαζα, γιατί δεν έφευγε από πάνω τους η ματιά μου. Μου συμβαίνει συχνά άλλωστε όχι μόνο με κείμενα, αλλά και με ήχους ή εικόνες. Δηλώνω την άρνησή μου να αποτρέψω την άνευ όρων παράδοσή μου σε έργα ανθρώπων που εναρμονίζονται με το Θείο, την αδυναμία μου να ξεφύγω από τον εναγκαλισμό τους, να δραπετεύσω σε κάτι διαφορετικό. Μέρες και καιρούς με κρατούν δεμένα μαζί τους, γίνονται υπάρξεις ζωντανές, σύντροφοι, ερωμένες. 

Υπερβάλλω, ίσως γιατί στα κείμενα του καλοκαιριού μου που πέρασε νάβρισκα κομμάτια μου. Και όσοι τα διαβάσατε ή θα τα διαβάσετε ίσως να συμμερισθείτε την αδυναμία μου γι' αυτά. Όμως είναι και κάτι άλλα "στοιχειά" που περιπλανώνται μέσα στα κείμενα της νεαρής συγγραφέως. Η Θάλασσα και ο κόσμος της, τα Καλοκαίρια, οι έρωτες, έτσι όπως θά ποθούσε τη ζωή της να στοιχειώσουν. Και ανακάλυπτα στην φευγάτη πια Πέτια ένα μεγάλο καλοκαίρι, από εκείνα που μας συμβαίνουν όταν το γκρίζο στοιχειώνει δίπλα μας. Και έτσι κατέβηκε από τους ουρανούς, αυτή η παιδική ψυχή να ορίσει ξανά τη ζωή και τις εποχές της, να μου αφηγηθεί για τα καλοκαίρια και τους χειμώνες της, για τη θάλασσα και τα ξωτικά της, για τα όνειρά της και τους πόθους της.

Ονειρεύτηκα να μείνω σ’ ένα σπίτι που να χωράει τη θάλασσα ολόκληρη. Τη θάλασσα ολόκληρη μ’ όλα της τα μύδια, τα ψάρια και τα φύκια.Ονειρεύομαι πως κάθε βράδυ αντί για λάμπες θα μου φωτίζουν φάροι με τα φλογερά τους μάτια. Θα κοιμάμαι σε κρεβάτι φτιαγμένο από άμμο. Και πόσο θαυμαστό θα ήταν να ‘ναι η σκεπή μου φτιαγμένη από κοράλλια και μύδια. Κι αντί να κάθομαι μπροστά στην τηλεόραση, να κοιτάζω πως η θάλασσα ρέει –υγρό γαλανό γυαλί στην άσπρη από άμμο παλάμη της. (…) Όταν έρθει η ώρα και τελειώνει ο χρόνος μου, θ’ανοίξω τις φαρδιές πόρτες μου προς τους ανθρώπους. Θα τους δώσω τη δική μου θάλασσα. Κι οι άνθρωποι ούτε καν θα ξέρουν ότι, μαζί μ’ αυτή τους δίνω και την ψυχή μου. Δεν θα ξέρουν γιατί η ψυχή μου θα είναι πια κομμάτι από τη θάλασσα –απέραντη σαν το δικό της απέραντο, δυνατή σαν το θαλασσινό κύμα και μεγάλη σαν τη θάλασσα μ’ όλα της τα ψάρια, τα μύδια και τα φύκια.**

Στους γκρίζους χρόνους και τόπους που έζησε, περιπλανιώμαστε και σήμερα. Η φυγή της από   τον κόσμο στα 17 της χρόνια ήταν κραυγή που διατρανούσε το ποθώ να ζήσω, αλλά κυρίως το ποθώ να ζήσετε εσείς. Όπως οι σημερινές κραυγές χιλιάδων στην γκρίζα επικράτεια του προτεκτοράτου μας.

Ω, στο σπίτι θα επιστρέψω μέχρι το πρωί
πάρα πολύ κουρασμένη, μα χαρούμενη
έχοντας πάρει το πιο πολύτιμο δώρο.
Εγώ τη δική μου παρουσία στα ψάρια,
στα δελφίνια και τα μύδια και τα πουλιά
χαρίζω για μια μόνο νύχτα
κι αυτά θα μου προσφέρουν τη δική τους - ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ***



Τί θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στη φυγή της ; Μόνον ο εξευμενισμός του κομματικού μηχανισμού της πόλης που έζησε, η ταπείνωση μπροστά στα πόδια του περίγυρου που τη φθονούσε για το πέταγμά της, για τα αετίσια φτερά της. Προφανώς η Πέτια αρνήθηκε να δεχθεί το ψαλλίδισμα του φτερουγίσματός της, αρνήθηκε και να επιλέξει μια άλλη φυγή για παραδείσους της δύσης. Οι πόθοι της πύρινοι, τα όνειρά της τόσο ασυμβίβαστα με τα κελεύσματα του κόμματος, θέλησε να συνεχίσει τη ζωή της Αλλού, αστέρι τ' ουρανού να γίνει για όσους τις νύχτες πάνω του ρίχνουν τη ματιά τους. 

...Καμιά φορά θέλω να μεταμορφωθώ σ' ένα μικρό κομμάτι κιμωλίας,
τόσο μικρό, σχεδόν αόρατο.
Να κάθομαι λευκή σαν φτερό γλάρου μπροστά στον μαυροπίνακα,
κανείς να μη με σκέφτεται.
Να νιώσω πως οι δακρυσμένες από την ταραχή παλάμες των παιδιών που εξετάζονται,
με ποτίζουν και κάνουν την τρυφερή μου σκόνη ακόμη πιο πυκνή.
Εγώ θα φιλάω τα ταραγμένα δάχτυλα
και με χαρά θα δίνω τη ζεστή μου σάρκα σε διάφορα θεωρήματα.
Θα μετράω ήσυχα τον παλμό του καθενός που με κρατά στο χέρι του,
θα μαντεύω πάνω στις γραμμές και στις φλέβες της κάθε μιας παλάμης
και θα αφήνω λευκή σκόνη σαν ζεστή άμμο.
Θα ακούω στο διάλειμμα διάφορα κουτσομπολιά για το κορίτσι που ήμουν πριν
και σιωπηλά θα γελάω.
Κι' όταν η σύντομη λευκή ζωή μου λιώσει κάτω από το βρεγμένο σφουγγάρι,
θα γίνω πάλι η ίδια.
Τότε θα ξέρω για τον καθένα περισσότερα,
και, μαζεύοντας τα χρώματα από τόσες ταραχές και γαλάζιους νεανικούς παλμούς,
θα είμαι η πιο ευτυχισμένη...****

υστερόγραφο:
Δεν θέλησε τούτο το βιβλίο να μπεί στο ράφι! Δυό φορές αρνήθηκε να ρθεί με τις αποσκευές του καλοκαιριού στην Αθήνα. Κι' έμεινε 'κεί, όπου περιπλανιέται ακόμη το καλοκαίρι μου. Κι' εγώ μακρυά τους, αποζητώντας φθινόπωρα και χειμώνες, θαρρώ πως πρέπει να ενδώσω στο θέλημά του. Ίσως πάω να αγοράσω ένα αντίγραφό του, αφού πρώτα ανακαλύψω μια θέση καλοκαιρινή στο διαμέρισμά μου. 


Πέτια Ντουμπάροβα-Βιογραφικό 



Η Πέτια Ντουμπάροβα (Петя Стойкова Дубарова) γεννήθηκε στις 25 Απριλίου 1962 στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας. Αν ζούσε σήμερα θα πλησίαζε τα πενήντα. Δεν ζει όμως. Διάλεξε να φύγει από τη ζωή στα 17 της μόλις χρόνια. Εκείνοι που την γνώρισαν μιλάνε για ένα τρυφερό και πολύ ευαίσθητο και απίστευτα ταλαντούχο πλάσμα που έγινε μέλος της Λέσχης Καλλιτεχνών του Μπουργκάς στα 13 της χρόνια! Λες και βιαζόταν να προλάβει να χαρίσει όσα περισσότερα μπορούσε η Πέτια άρχισε να γράφει από πολύ μικρή. Να γράφει ποιήματα, μικρά διηγήματα, μικρές ποιητικές ιστορίες με ένα δικό της στυλ, απίστευτα ευαίσθητο και ονειρικό. Ομολογώ ότι όταν άνοιξα για πρώτη φορά το βιβλίο με τα κείμενά της από τις εκδόσεις Χαραμάδα και διάβασα στα αφτιά την σημείωση «έφυγε, αφήνοντάς μας με την απορία για το θα μπορούσε να είχε καταφέρει να δημιουργήσει αν ζούσε ακόμη το φαινόμενο Πέτια Ντουμπάροβα», το θεώρησα μια συνηθισμένη ελαφριά υπερβολή. Κι όμως διαβάζοντας το βιβλίο με τις ιστορίες της αναρωτήθηκα ξανά και ξανά το ίδιο πράγμα ακριβώς: τι θα μπορούσε να μας δώσει αυτό το κορίτσι όταν μέχρι τα 17 του είχε καταφέρει να γράφει με τέτοιο μαγικό και μοναδικό τρόπο. Η απορία θα μείνει. Η Πέτια άνοιξε φτερά πολύ γρήγορα για τόπους ίσως που ταίριαζαν περισσότερο στα ονειρά της από το καταθλιπτικό -της εποχής ακόμη του (αν)υπαρκτου Μπουργκάς της Βουλγαρίας. Οι αφηγήσεις για τις τελευταίες τις μέρες μιλούν για μια γελοία και άδικη τιμωρία, που στρίμωξε ακόμη περισσότερο τον εύθραυστο ψυχικό της κόσμο. Και έφυγε, επιλέγοντας το θάνατο με υπνωτικά χάπια. Ένα παιδί που η βλαμμένη καθηγήτριά του είχε γράψει στο τετράδιό της «Πετάς πολύ ψηλά», ως παρατήρηση. Έτσι γίνεται πάντα. Όσοι είναι βαθιά χωμένοι στο βάλτο ζηλεύουν αυτούς που έχουν φτερά και καμιά φορά τους αναγκάζουν να τα χρησιμοποιήσουν.  Η Πέτια δεν ξεχάστηκε. Το μοναδικό της βιβλίο «Η θάλασσα κι εγώ» τυπώθηκε μετά το θάνατό της, το 1980. Τα γραφτά της έγιναν «ευαγγέλιο» για τις μετέπειτα γενιές των εφήβων και όχι μόνο, στη χώρα της και πέρα από αυτήν. Η Πέτια έγινε σύμβολο. Τα κείμενά της μεταφράστηκαν σε πολλές χώρες, από την Αγγλία ως την Ινδία και από την Ισπανία ως τη Μογγολία. Μέχρι και μνημείο της έφτιαξαν –τρία μέτρα μπρούτζινο άγαλμα. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε με τίτλο «Πέτια Ντουμπάροβα, κείμενα ενός κοριτσιού». Η πολύ καλή μετάφραση είναι της Μάια Γκιόλα-Γκράχοβσκα. Έτσι μπορούμε να γνωρίσουμε κι εμείς αυτό το μοναδικό πλάσμα που κατάφερε να κρατήσει στα γραφτά της ατόφια τη μαγεία του παιδιού, τη φαντασία του, τον ονειρικό του κόσμο, την απίστευτη τρυφερότητά του και ταυτόχρονα να καθοδηγεί την πένα της με την ωριμότητα ενός ώριμου λογοτέχνη. Τα κείμενά της είναι γεμάτα εικόνες και χρώματα, το μαγικό άγγιγμα της πένας της μπορούσε να δώσει ψυχή στο κάθε τι. Μέσα από τα πεντακάθαρα παιδικά της και το πιο περιφρονημένο αντικείμενο μπορούσε να πάρει ζωή και να μιλήσει, το κάθε τι είχε τη θέση του σ’ ένα ατέλειωτο όνειρο, κι όμως εκεί που διαλέγει τη ρεαλιστική αφήγηση, χωρίς να την εγκαταλείπει η μοναδική ευαισθησία της είχε το χάρισμα να μιλήσει με μια δύναμη κατακτημένη θα πίστευες από χρόνια βιωματικής εμπειρίας.
Γρηγόρης Παπαδογιάννης
Πηγήhttp://www.eyelands.gr/ 

*Συλλογή διηγημάτων, εκδόσεις Χαραμάδα
** Από το διήγημα
Ονειρεύτηκα να μείνω σ’ ένα σπίτι

***ποίημα της Π. Ν. μεταφρασμένο από την Γιάννα Δημητρόβα
****Από το διήγημα Επιθυμία

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Κρίμα που δεν την άφησαν να ανοίξει τα φτερά της, και τι κρίμα που παραδόθηκε!

Θα την τιμήσω διαβάζοντας τα βιβλία της!

akrat είπε...

καλησπέρα

με συγκίνησε η ζωή και τα γραφτά της θα τα πάρω τα βιβλία....

ΛΥΧΝΟΣ ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ είπε...

σ' ευχαριστώ που μου την γνώρισες!
ναι, δεν ήταν τόπος, ο τόπος μας, για τούτο το αερικό...

eApenanti είπε...

Εντμιρ Ντρεου,
Η Πέτια είναι εδώ με την ψυχή της.

akrat,
Στα ελληνικά ένα μόνο βιβλίο κυκλοφορεί, έκδοση από το 2008.

Λύχνε μου,
Τώρα που ξέρει την αλήθεια, ίσως πέσει από τον ουρανό και ρθεί πάλι κοντά μας.

Σας ευχαριστώ για την επίσκεψη

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

επισκέψεις

IP Widget For Website