Εγώ δεν έχω πατρίδα, ποτέ δεν είχα. Από τότε που το φώς πρωταντίκρυσα, από το πρώτο μου το κλάμα. Ξένος ήλθα σε τούτο τον τόπο, σαν ξένος μια πατρίδα αποζητούσα. Την ονειρευόμουν στις μεγάλες νύχτες, στο ρόδινο της αυγής, στη νοσταλγία των δειλινών. Την ένοιωθα ξέμακρη πίσω από κείνο το δάσος, άπλωνα τη ματιά μου και τα χέρια μου να την αγγίξω. Την αφουγκραζόμουν στα θροϊσματα των δέντρων, τη γύρευα στη μυρωδιά της δροσιάς πάνω στα γερμένα στάχυα, στο κελάϊδισμα των πουλιών σύντονα κεντούσα τον ύμνο της. Και την αγκάλιαζα όταν το χώμα της ζέσταινε τα ξυπόλυτα πόδια μου.
Κι' εκείνη, ξωτικό, νυχτοπερπατώντας έφθανε στα όνειρά μου, άφηνε πάνω μου την ανάσα της, γήτευε τις πληγές μου με μιαν υπόσχεση. Κάποιες φορές την έβλεπα να χαιρετά τη θάλασσα στο φώς των αστεριών, να χορεύει πάνω στην άμμο στ' ανέμου τον ρυθμό, να κρύβεται στ' αμπέλια, καλώντας με στο αιώνιο παιγνίδι της. Κι' όταν δρασκελούσε τα βουνά, νεράϊδα των ποταμών, με φώτιζε η φλόγα των ονείρων της.
Κι' άλλες φορές γινόταν πουλί, πεταλούδα, μέλισσα για να μου διηγηθεί για ήρωες και σοφούς, για τα πάθη των ανόμων της, για τα παραστρατήματα των θεών της. Και φεύγοντας μ' έφερνε το τραγούδι της σ' απόκοσμα μονοπάτια, όλο και πιο ξένος σε τούτη τη γή να νοιώθω.
Και με τα χρόνια ήλθα στις πόλεις εκεί που η βουή τους τυρρανούσε τις αισθήσεις μου. Μα η πατρίδα μου δεν ήταν εκεί, είχε πια ολότελα χαθεί. Σαν ένα πουλί πληγωμένο την αποζητούσα, να γειάνω τα λαβωμένα της φτερά, να την κρύψω στον κόρφο μου.
Και μούδοσαν νάχω μιαν άλλη πατρίδα. Αυτήν που πληγώνει κάθε στιγμή και κάθε γωνιά του είναι μου. Αυτήν που μ' αρνήθηκε το δικαίωμα νάχω σαν πατρίδα μου την γή κι' αυτή ν' ανήκει σε όλα τα πλάσματά της.
Θέλησα να περιγελώ τις επαιτίους της, να μισώ τις παρελάσεις της.
Και πατρίδα δεν έχω πια.
Ούτε σαν ανάμνηση μακρυνή η εικόνα της στα παιδικά μου μάτια.
Και πατρίδα δεν έχω πια.
Ούτε σαν ανάμνηση μακρυνή η εικόνα της στα παιδικά μου μάτια.
Αυτήν την πατρίδα μου όρισαν να προσκυνώ. Αυτοί που ματώσαν τα χώματα και πλαστογράφησαν την ιστορία της δικής μου πατρίδας, π' ανέβασαν σε θρόνους ηρώων καταδότες και δειλούς. Αυτοί που μίαναν τα τραγούδια της, που καπηλεύτηκαν τους νεκρούς της, που σφετερίστηκαν τα μνημεία και το κάλλος της.
Την πατρίδα που μούδοσαν δεν την θέλω. Γιατί η ιστορία της είναι η ιστορία των μελανοχιτώνων παυλομελάδων, τα σπαθιά του καραβαγγέληδων, τα ξερονήσια των μεταξάδων, το πένθος της ήττας των αδυνάτων της, τ' ανδραγαθήματα των γενήτσαρων σουλιωτών, τα παραμύθια των ζαλόγγων, τα μισάνθρωπα κηρύγματα των προδρομοκαλόγερων κοσμάδων, οι δωρεές και οι ευεργεσίες των κοτζαμπάσηδων, οι θρόνοι των γλύξμπουργκ και η καμαρίλα των παλαιολόγων, η "αγιότητα" των δολοφόνων της Υπατίας, η βαρβαρότητα των πυρπολητών της Αλεξάνδρειας. Και η ιστορία της επαναλαμβάνεται κάθε φορά που οι βρυκόλακες της ιστορίας ζητάν το αίμα των παιδιών της.
Την πατρίδα που μούδοσαν δεν την θέλω. Γιατί η ιστορία της είναι η ιστορία των μελανοχιτώνων παυλομελάδων, τα σπαθιά του καραβαγγέληδων, τα ξερονήσια των μεταξάδων, το πένθος της ήττας των αδυνάτων της, τ' ανδραγαθήματα των γενήτσαρων σουλιωτών, τα παραμύθια των ζαλόγγων, τα μισάνθρωπα κηρύγματα των προδρομοκαλόγερων κοσμάδων, οι δωρεές και οι ευεργεσίες των κοτζαμπάσηδων, οι θρόνοι των γλύξμπουργκ και η καμαρίλα των παλαιολόγων, η "αγιότητα" των δολοφόνων της Υπατίας, η βαρβαρότητα των πυρπολητών της Αλεξάνδρειας. Και η ιστορία της επαναλαμβάνεται κάθε φορά που οι βρυκόλακες της ιστορίας ζητάν το αίμα των παιδιών της.
Παραμένω ξένος και άπατρις.
μη έχοντας τόπο να σταθώ
και χρόνο να μιλήσω.
μουσική:
τ' αστέρι του βορηά, Μάνος Χατζιδάκις
7 σχόλια:
όλη η αγάπη για τον τόπο που σε γέννησε, περίτρανα φαίνεται εδώ...
καλό ξημέρωμα!
Η πιο γλυκιά πατρίδα
είναι η καρδιά
Οδυσσέα γύρνα κοντά της
που τ' άγια χώματα της
πόνος και χαρά
Κάθε ένας είναι ένας
που σύνορο πονά
κι εγώ είμαι ένας κανένας
που σας σεργιανά....
Την καλησπέρα μου κι ενα όμορφο ξημέρωμα Ελπιδοφόρο..!!
ΑπάντησηΔιαγραφή
Σαν διάβαζα το κείμενο μου θύμισες τον "ΞΕΝΟ" του Καμύ.
Την καλημέρα μου από το νησί που διάλεξα να ζώ σαν ξένη.
"Όσο κρατήσει η ζωή κρατεί κι ο θάνατος.Ο πλούτος μου είναι το στήθος μου.Γι αυτό ποτέ δεν παζάρεψα το ηλιοβασίλεμα και ταξιδεύω σίγουρος,όσο η μίνθη ταξιδεύει και το ασπροθύμαρο."
Λύχνε μου,
ό,τι στην ψυχή μας κατοικεί, φυλαχτό ας μένει.
Καλό ξημέρωμα.
Αοράτη,
Κάποτε φθάνουμε στον τόπο μας. Και με την ψυχή μοναχή μας συντροφιά σεργιανάμε στα δειλινά του κόσμου.
Όμορφο το δικό σου δειλινό εκεί που βρίσκεσαι.
Αερικό,
Σ' αδόλευτες ψυχές ανταμώνεις την ομορφιά των ανθρώπων. Τούτο μόνο μπορεί ο καθένας μας να προσφέρει.
Όμορφη νύχτα νάχεις
Δημοσίευση σχολίου