Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Χίος, το ολοκαύτωμα


Κάρβουνο, Κάρβουνο, Κάρβουνο. Και Στάχτες. Που κάνουν πιο φτηνή τη γή, που θολώνουν μάτια και συνειδήσεις.

Κλείνοντας το μάτι στα κοράκια της "ανάπτυξης", στέλνει ραβασάκια και πεσκέσια ο Αντώνιος Καραλής, ο πυρπολητής. Ο γοργόφτερος μεσίτης και φιλόπονος ακρωτηριαστής της δημοκρατίας, διεκδικεί επάξια από το ευτραφές δουλικό, τον Μπένι, την πρωτοκαθεδρία στο μπιρ παρά ξεπούλημα της χώρας.

Και δίνει εντολή στην υποτακτική Πυθία, τον Δένδια, να μηνύσει προς πάσα κατεύθυνση πως έχουν γνώση οι φύλακες. Δάση που θα γίνουν στάχτη θα αναζητήσουν τη δικαίωσή τους στη "φιλοξενία" κάποιων παλατιών επωνύμων και εξ' ευωνύμων της εξουσίας, την αξιοποίησή τους στην εγκατάσταση επενδύσεων πράσινης ενέργειας και τη δικαιοσύνη τους στο πρόσωπο κάποιου μετανάστη με την αγαστή συνεργασία της ΕΥΠ. Οι υποεργολάβοι-πυρπολητές των αναπτυξιαρχών της χώρας μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Και να προκαλούν, επιδεικνύοντας ξεδιάντροπα τον τσαμπουκά τους και το "Θέλημα" των αφεντικών τους. Και από κοντά o υπόκοσμος της Χρυσής Αυγής θα πιάσει να ξετυλίξει το κουβάρι που θα της ενεχειριάσει ο συν-αγωνιστής της, προβοκάτορας παρά τώ πρωθυπουργώ, Άδωνις.


Πλεονάζει η οργή για την εσαεί ατιμωρησία των ενόχων, φυσικών και ηθικών αυτουργών. Πλεονάζει η οργή για την κλιμακούμενη επί σαράντα χρόνια υποβάθμιση της λογικής μας, ευθέως ανάλογη της καταστροφής του περιβάλλοντος και της ζωής μας.

Πλεονάζει η οργή  για την συστηματική εκτροφή στις φάρμες των εργολάβων, των μεγαλοξενοδόχων, των καταπατητών και επενδυτών γής και ενέργειας, κάθε φασιστοειδούς, κάθε Τρομπούκη, κάθε πυρπολητή κατ' εντολήν.

Δεν θα ψάξει εκεί, κατ' εντολήν και πάλι, το ευαγές σας ίδρυμα κύριε Δένδια για να πληροφορηθεί και να σας πληροφορήσει το γιατί κάηκε η Χίος χθές, η Ζάκυνθος προχθές, η Πελοπόννησος πριν από χρόνια (;) Αυτοί που τόχουν τούμπανο όμως γνωρίζουν και αναγνωρίζουν στα πρόσωπά σας, στα πρόσωπα κάθε Βαχίτ πασά τους ηθικούς αυτουργούς του ολοκαυτώματος της Χίου. Και μόνον οι συγγνωστές παραλείψεις προστασίας του δάσους και ή έλλειψη, ελέω (;) τρόϊκας, μέσων πυρόσβεσης, αρκούν να στείλλουν πολλούς από σας στο εδώλιο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Αυτοί που τόχουν τούμπανο ακόμη γνωρίζουν και αναγνωρίζουν στα πρόσωπα των εντολέων σας, την εγκληματική φιγούρα κάθε υποκόσμιου καθάρματος τύπου Τρομπούκη να θυσιάζει στη θεά της Ανάπτυξης.

*****

Πλεονάζει όμως και η θλίψη γιατί και πάλι δεν φιλοξενήθηκε στις καρδιές των πολλών. Που για μια ακόμη φορά καλούνται να απαλλάξουν τα χώματα της Χίου από το κάρβουνο και τη στάχτη. Να ευωδιάσει ξανά το θυμάρι, ν' ανθή-σουν τα Δέντρα που Πληγώνουμε.

Πλεονάζει η θλίψη εκείνων που για μια ακόμη φορά βλέπουν στην καρβουνιασμένη πια χώρα, την ευαισθησία να έχει δραπετεύσει, πριν την ανάφλεξη, από τους ανθρώπους. Και στη θέση της να εγκαθίσταται  η υποκρισία από τον θρήνο των διατεταγμένων παπαγάλων: Τέσσερα εκατομμύρια ευρώ η ζημιά κατ' έτος από τις φωτιές στη Χίο αποφάνθηκαν οι οικονομέτρες της καταστροφής. Όπερ απαιτεί εντατικοποίηση τους "εκσυγχρονισμού" και της "ανάπτυξης". Το κόστος για το βιασμό της φύσης, η απώλεια της ομορφιάς δεν αποτελούν υπερ-Αξία, δεν καταχωρούνται σε ισολογισμούς. Η αποτίμηση του πόνου, η πληγή στις ψυχές και οι κηλίδες στη μνήμη συνιστούν ασύμμετρες απειλές για την Ανάπτυξη.

Ανάπτυξη παντού

υστερόγραφο
Θέλησα να μοιραστώ μαζί σας το παρακάτω κείμενο του Γιάννη Μακριδάκη για το ολοκαύτωμα της Χίου.

Ο συγγραφέας Γιάννης Μακριδάκης* γράφει από το μαρτυρικό νησί για την πύρινη τραγωδία (από την εφημερίδα Καθημερινή)


Κάτι τέτοιες ώρες παρακαλάω να ήμουνα άπατρις. Σκέφτομαι πόσο καλύτερα θα ήταν να έχω γεννηθεί και να ζω στην τσιμεντούπολη, να μην ξέρω τίποτα, να είμαι ένας ανυποψίαστος αστός καταναλωτής και να έχω πλήρη άγνοια για τη ζωή και τη φύση.

Στα δεκαπέντε χρόνια που εξέδιδα το περιοδικό Πελινναίο, είχα περπατήσει βήμα προς βήμα ολόκληρο το νησί. Από την ψηλότερη κορφή μέχρι το πιο βαθύ σπήλαιο κι από την καρδιά του πυκνότερου δάσους ίσαμε την πιο απόμερη ακρογιαλιά. Η Χίος μού αποκαλυπτόταν αργά και ηδονικά, τόσο που την ερωτεύτηκα παράφορα και δεν την πρόδωσα ποτέ. Εφτασα στο σημείο να νιώθω πως ο κυριότερος λόγος για τον οποίον ήρθα στη ζωή ήταν για να δω αυτό το θαύμα της φύσης γύρω μου, για να ρουφήξω κάθε εικόνα, κάθε μυρωδιά και κάθε ήχο αυτού του υπέροχου τόπου. Εγινε για μένα Ιδέα η Χίος... 

Η πρώτη φωτιά: Το φοβόμουν επί πολλά χρόνια, κάθε καλοκαίρι, αλλά το ξόρκιζα το κακό. Είχα γνωρίσει από μικρό παιδί τον τρόμο και τον φασισμό της πύρινης λαίλαπας. Δεκαεφτά ετών ήμουνα, όταν ένα καλοκαιρινό απόγευμα που πήγαινα για την απογευματινή μου βόλτα στα καφέ της προκυμαίας, με σταμάτησε η Τροχαία και μου επέδωσε ένα χαρτί πολιτικής επιστράτευσης. Με έστειλαν στο σπίτι μου να αλλάξω περιβολή και κατόπιν με φόρτωσαν σε ένα στρατιωτικό όχημα. Με στείλανε στο μέτωπο μιας πυρκαγιάς που κατέκαιγε τα δάση της Νέας Μονής. Η νύχτα έπεσε γρήγορα κι απόμεινα μες στο φλεγόμενο δάσος, να βλέπω τους αιωνόβιους πεύκους που γίνονταν παρανάλωμα, οι φλόγες να γλείφουν τ’ αστέρια της καλοκαιρινής νύχτας κι εγώ να κλαίω με δάκρυ πιο μαύρο κι από το κάρβουνο, να μην μπορεί η ψυχή μου να βαστάξει τόσο πόνο. Οι δασοπυροσβέστες τρώγανε σουβλάκια και πίτσες, γελούσανε σαν να βρίσκονταν σε γλέντι και λέγανε σε μένα τον πρωτάρη ότι τη νύχτα δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, ότι την αφήνεις τη φωτιά να κάψει ό, τι είναι να κάψει ώσπου να ξημερώσει και να ’ρθουν τ’ αεροπλάνα. Τους άκουγα, τους έβλεπα με φόντο τις φλόγες που καρβούνιαζαν τους πεύκους και με κυρίευε η θλίψη και η οργή. Βγήκα στον δρόμο, σταμάτησα ένα διερχόμενο όχημα και έφυγα. Πήγα στο κρεβάτι μου και δεν κοιμήθηκα καθόλου όλη νύχτα. Με το πρώτο φως της μέρας, καβάλησα το παπί και ξαναπήγα στο μέτωπο της φωτιάς, αυτή τη φορά δίχως χαρτί πολιτικής επιστράτευσης στην τσέπη. Εθελοντής δασοπυροσβέστης. 

Ο αβάσταχτος πόνος: Από τότε έχουν περάσει είκοσι και βάλε χρόνια, στη διάρκεια των οποίων συμμετείχα εθελοντικά σε όλες ανεξαιρέτως τις κατασβέσεις πυρκαγιών που άναψαν στο νησί. Και πάντα έλεγα πως άμα ποτέ, ω μη γένοιτο, αρπάξει φωτιά το δάσος του Αναβάτου, δεν θα έχω το ψυχικό σθένος να είμαι παρών, να δω το αποτρόπαιο θέαμα. Κι ήρθε ο Αύγουστος του 2012 να μου δώσει αυτή τη μεγάλη πίκρα, να δοκιμάσει τις αντοχές μου. Με την αναγγελία της πυρκαγιάς ένιωσα τους πρώτους πόνους στο στομάχι. Δεν τόλμησα να πάω στον τόπο της καταστροφής, ούτε νομίζω πως θα τολμήσω ποτέ πια. Ο πόνος είναι αβάσταχτος. 

Η φωτιά δεν αρκέστηκε μόνο σ’ αυτό το όμορφο πυκνό δάσος. Συνέχισε την ξέφρενη πορεία της. Η Χίος αφανίστηκε. Η καταστροφή είναι ολοσχερής. Ιδια σε μέγεθος με αυτήν που προξένησαν οι ορδές των Οθωμανών το 1822 σφαγιάζοντας και πυρπολώντας το νησί, δημιουργώντας όμως ταυτόχρονα κι ένα πανευρωπαϊκό κίνημα φιλελληνισμού και συμπαράστασης στην ελληνική επανάσταση. 

Διακόσια σχεδόν χρόνια μετά και ενώ η Ελλάδα είναι πάλι υπόδουλη, της αυτοκρατορίας των «Αγορών» αυτή τη φορά, η Χίος υφίσταται ξανά ολοκαύτωμα, με υπαίτιους την ελληνική κυβέρνηση και τις ορδές των τοπικών πολιτικών και ψηφοφόρων, οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια έβλεπαν το νησί ως οικόπεδο προς «αξιοποίηση και ανάπτυξη». 

Εύχομαι και ελπίζω ότι ούτε αυτή η θυσία του τόπου μου θα πάει χαμένη. Οτι θα ξυπνήσει συνειδήσεις και θα κάνει τους ανθρώπους πιο ταπεινούς και πιο συνετούς. Οσο για μένα, θα συνηθίσω στη θλίψη. 


* Ο Γιάννης Μακριδάκης είναι συγγραφέας και ο ιδρυτής του Kέντρου Xιακών Mελετών με σκοπό την έρευνα, αρχειοθέτηση, μελέτη και διάδοση των τεκμηρίων της Χίου. Κείμενά του στο προσωπικό του ιστολόγιο: http://yiannismakridakis.gr/

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Ο Φασίστας της διπλανής πόρτας


Το σκηνικό περίπου γνωστό: Στον Κολωνό, μέσα Ιούνη, Τετάρτη πρωΐ. Περιπολικά της Άμεσης Δράσης με τις σειρήνες να ουρλιάζουν, μοτοσυκλετιστές της ΔΙΑΣ με πλήρη εξάρτυση για διεξαγωγή πολέμου, καταφθάνουν έξω από τον Αη-Γιώργη. Δεκάδες περίοικοι σαν σε διατεταγμένη υπηρεσία είχαν καταφθάσει λίγο νωρίτερα. Όλοι τώρα συναγμένοι στο σημείο του "εγκλήματος", πολύ κοντά στην παρακείμενη λαϊκή αγορά. Πλησιάζω.
Ένας από τους περίοικους μου απευθύνει το λόγο: Ένας πακιστανός επιτέθηκε σε εννιάχρονο κορίτσι να το βιάσει. Θέλουν όλοι τους κρέμασμα, συμπληρώνει. Χωρίς καλά-καλά να τον κοιτώ, χωρίς καν να τον ρωτήσω. Τον "κόβω": γύρω στα 35, φάτσα κλασσικού ελληναρά "λεβέντη", μπρατσωμένος, εφαρμοστό μαύρο shirt, μπλέ σόρτς, άσπρη κάλτσα, turbo αθλητικά. 
-Ήσασταν αυτόπτης μάρτυς ; τολμώ να τον ρωτήσω.
-Εμ να μην ήμουν, γιατί στο λέω μου απαντά με τσαμπουκαλεμένη φωνή. Πετάχτηκα μέχρι τη λαϊκή 'δώ δίπλα να ψωνίσω και γυρνώντας είδα τον "πάκι" να ορμά στο κορίτσι. Ήλθε στο περίπτερο ν' αγοράσει τα τσιγάρα του άνεργου πατέρα του
Μένω "εντυπωσιασμένος" για την πληροφόρηση του συνομιλητή μου και του αντιλέγω. -Ξεχάσατε κάπου την τσάντα με τα ψώνια σας...
Σαν να τάχασε για κάποια στιγμή, αλλά πριν προλάβει να συνέλθει, πετάγεται ο παραδίπλα του, ίδια κοψιά πάνω κάτω:
-Τί θές ρε φίλε ; Ο άνθρωπος το είδε με τα μάτια του. Κι' εγώ, άκουσα τα ουρλιαχτά του κοριτσιού από την ψησταριά και έτρεξα...  

Έμεινα να ανακαλώ στη μνήμη μου παρόμοια "περιστατικά" που μου είχαν αφηγηθεί πρόσφατα διάφοροι. Για το βιασμό οκτάχρονης στην Κατερίνη, για το βιασμό και δολοφονία νεαρής στην Πάτρα, για το περιστατικό της Πάρου, ακόμη και για τη ληστεία και τη δολοφονία του αυτοκινητιστή στη Νάουσα της Πάρου. Οι εξιστορούντες, άνθρωποι της γειτονιάς, ήταν όλοι τους βέβαιοι πως δράστες ήταν τα "πάκια". Ανακαλούσα την ομοιότητα πολλών γεγονότων ως προς την ταυτότητα των δραστών, την αντίδραση της Αστυνομίας, την περιγραφή του "εγκλήματος", τα χαρακτηριστικά των θυμάτων. Και συμπέρανα ότι σε κάθε τέτοιο συμβάν θα ήταν το ίδιο δραστική και θορυβώδης η παρουσία της Αστυνομίας, το ίδιο έντονη και αυθόρμητη η προσέλευση δεκάδων αυτοπτών μαρτύρων, πανομοιότυπη η αντίδρασή τους.

Στο συγκεντρωμένο πλήθος οι συζητήσεις φούντωσαν και τα αίματα άναψαν περισσότερο όλις αποχώρησε η αστυνομία. Κάθε ένας τους είχε να αφηγηθεί για έναν βιασμό, μια ληστεία, μια κλοπή, μια επίθεση που είχε υποστεί κάποιος "δικός" τους, κατά προτίμηση από τους "πάκι". Κάποια στιγμή, ανάμεσα σε αυτούς και ο Φώτης. Γνωστός από τη γειτονιά, κινούμενος πολιτικά στο χώρο της "πατριωτικής" αριστεράς όπως διατείνεται, μέλος της κίνησης πολιτών του περιοδικού Άρδην. Με πλησιάζει: είδες τον βρωμιάρη μου λέει ; Πήγε να βιάσει το εννιάχρονο κορίτσι. 

Αιφνιδιάστηκα, όχι γιατί δεν γνώριζα τις απόψεις του για τους "λαθρομετανάστες" όσο για την ακαριαία και αυθόρμητη ενσωμάτωσή του στο αγανακτισμένο πλήθος, που ζητούσε εκδίκηση, αίμα. Μουδιασμένα τον ρωτάω:
-Ασθενοφόρο ήλθε για τη μικρή; Συλλάβανε τον δράστη ;
Δεν μου απάντησε, αρκέστηκε στην εξιστόρηση του γεγονότος. Καρμπόν η αφήγηση:
-Ήμουν απέναντι σε ένα συνεργάτη, άκουσα τις κραυγές και ήλθα.
-Ήλθε ασθενοφόρο ; τον ξαναρώτησα.
-Λεβέντη μου, τί αμφισβητείς ;
-Τίποτα, του απαντώ. Μόνο σε ρωτάω για την τύχη του κοριτσιού. 
-Το κακό δεν συμμαζεύεται, μου απαντά. Ας όψεται ο ΣΥΡΙΖΑ που τους έφερε στην Ελλάδα. Και η όλη η αριστερά που τους προστατεύει. Και τους ψήφισες..., Νά, Πάρτα και σύ! μου λέει. 
-Πάρτους λοιπόν στο σπίτι σου. Εγώ πληρώνω ταξί για να πάω οπουδήποτε, αυτοί μ' έχουν ληστέψει εξι φορές, συμπληρώνει.

Αποτραβήχτηκαν οι σκέψεις μου, κοίταξα πάνω μου, λοξοδρόμησα προς το μέσα μου. Μια απόπειρα βιασμού, απεχθέστερη από την υποτιθέμενη, συντελείτο πάνω στον αισθησιακό και ψυχικό μου κόσμο. Ο Βιασμός της αλήθειας, της κοινής λογικής, των όποιων ευαισθησιών μου έχουν απομείνει. Δεν υπήρχε χώρος, δεν υπήρχε χρόνος να απλωθεί στο πρόσωπό μου, στα πρόσωπα κανενός, κείνη τη στιγμή, λίγο φώς. Βαρειά σκιά ο βιασμός της αλήθειας, το σκηνοθετημένο ψέμα, η επί της ουσίας αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια. Μέσα σε αυτή τη σκιά ξεπρόβαλλε η απεχθής φιγούρα ενός τέρατος που κατάπινε σώματα, σκέψεις, συναισθήματα από θύματα πρόθυμα να γίνουν τροφή του.

Και, καθώς η συζήτηση φούντωνε, πέσαν και τα πρώτα συνθήματα: Η Ελλάς ανήκει στους έλληνες, αλήτες-προδότες κομμουνιστές. Φθάσαμε στο ζητούμενο, σκέφθηκα. Να στοχοποιηθεί η αριστερά, να συκοφαντηθεί κάθε δράση αλληλεγγύης, κάθε αντίδραση απέναντι στη βία και στον αφανισμό του κοινωνείν, ν' απαγορευθεί κάθε απόπειρα για την ερμηνεία των φαινομένων της εγκληματικότητας, της μετανάστευσης. Να εγκατασταθεί και να φωλιάσει στο νού και στις ψυχές της κοινωνίας ο φόβος, να διαχυθεί το δηλητήριο του ρατσισμού, του μίσους, να νομιμοποιηθεί η βία και η καταστολή. Να ριζώσει και να επωασθεί το χτικιό του φασισμού.

Και στις μέρες μας ο στόχος διευρύνθηκε. Όπλο η απλουστευμένη αλήθεια του φασισμού, το πιο φονικό ψέμα, ενάντια σε έναν ολόκληρο λαό που ζητά εξιλαστήρια θύματα για την κακοδαιμονία της χώρας, για τη δυστυχία που του επιφέρουν οι μνημονιακές πολιτικές. Λαός ενδοτικός στην προπαγάνδα της χειροπιαστής αλήθειας, παραδίνεται άνευ όρων στις βουλές των κάθε είδους εξουσιαστικών συμμοριών σε εποχές κρίσης. 

-Πάρτους σπίτι σου, αντηχεί μέσα μου η φωνή του Φώτη. Αγνοώντας ο ίδιος ότι ήδη οι εξουσιαστικές συμμορίες τους έχουν εγκαταστήσει όχι απλά μέσα στο σπίτι του, αλλά πάνω στο τραπέζι του, μέσα στο  πιάτο του. Τα θύματα της μετανάστευσης αποτελούν την καθημερινή τροφή όλων μας. Όπως οι φθηνοί εργάτες της Κίνας, της Ινδίας, της Μαλαισίας, της Βουλγαρίας, της χώρας μας πιά. Ο καθένας μας και ο Φώτης εξαναγκασθήκαμε να επιζούμε σαν ανθρωποφάγοι. Να καταναλώνουμε τα προϊόντα της γής μας, θρεμμένα με το αίμα μεταναστών, ικανοποιημένοι για τις χαμηλές τιμές τους. Γινόμαστε καθημερινά καταναλωτές-θύτες σε έναν πόλεμο χαμηλού κόστους και ασύδοτης κερδοφορίας της αγοράς, του παραγωγού, του μεταπράττη, του βιομήχανου. Οι χαμηλές τιμές που μπορεί να προσφέρει ο κάθε παραγωγός στον μεταπράττη, ο κάθε εξαγωγέας στον ευρωπαίο καταναλωτή, δεν είναι παρά το αντίτιμο μιας καλά σχεδιασμένης διαρκούς δολοφονίας εργατών, όπου γής. Ας δηλώσουμε στον εαυτό μας ότι καθημερινά γινόμαστε συνένοχοι σε μια γενοκτονία ανθρώπων όπου γής, γενοκτονία που επιτρέπει και το ληξιαρχικό θάνατο μερικών από αυτούς.

Χρόνια τώρα το σαράκι του φασισμού κατατρώει τις ψυχές των ανθρώπων. Μπολιάστηκε από συμφέροντα αφεντικών που ήθελαν φθηνά εργατικά χέρια-σκλάβους για τα χωράφια τους, για τα εργοστάσια, για τις υπηρεσίες τους. Προστρέχοντας πότε στις υπηρεσίες των δουλεμπόρων (όπως έγινε κάποτε και στην Αφρική) και πότε στην μετατροπή ολόκληρων λαών σε στρατιές φθηνών εργατών για να προσελκυθούν επενδύσεις στις χώρες τους. Και όταν και αυτό το μεροκάματο του τρόμου τούς ήταν ασύμφορο, καλούσαν τους κάθε λογής μπράβους να απειλούν, να δέρνουν και να τους καταγγέλλουν σαν λαθραίους για να τους κλέψουν και αυτό το γλίσχρο  μεροκάματο. Διασπείροντας ταυτόχρονα συκοφαντίες για τη βρωμιά τους, για τη σκυλοφαγία τους, για τη βαρβαρότητα και την εγκληματική τους συμπεριφορά.

*****

Ξαναείδα τον Φώτη χθες στο καφενείο στον Αη-Γιώργη. Τον ρώτησα για τη δολοφονία του Ιρακινού, για την έξαρση των φαινομένων ρατσιστικής βίας τις τελευταίες ημέρες, έξαρση που ανάγκασε και τους φορείς της πολιτείας κάτι να ψελλίσουν, καταδικάζοντας τα φαινόμενα αυτά. Του ανέφερα για τα κατορθώματα του χρυσαυγίτη της Παλλήνης (http://www.tovima.gr/society/article/?aid=463378). Δεν είχε διαβάσει, δεν είχε ακούσει, δεν γνώριζε τίποτα από όλα αυτά.

Τον δικαιολογώ:
-Oι πηγές της πληροφόρησής σου, του λέω, δεν έχουν ευθύνη για ό,τι αγνοείς.
-Οι παγκοσμιοποιητές και ο Καμίνης, διέπονται από ανθελληνικό μένος και κατασκευάζουν πλαστές ιστορίες για δήθεν σφαγιασμούς "λαθρομεταναστών".
Επέμενε να μου αφηγηθεί για τον βιασμό μιας δωδεκάχρονης στην Αίγινα που συνέβη όταν έκανε διακοπές στο νησί. Και παίρνοντας μια ανάσα, συνεχίζει:

-Έχουν τζάμπα φαί, ύπνο, περίθαλψη και δεν πληρώνουν μία στο κράτος και όλα τους τα λεφτά τα στέλουν έξω, ξεσπαθώνει ο Φώτης. 
-Ν' απαγορευθεί, όπως στην Ισπανία, σε γιατρούς να τους παρέχουν υπηρεσίες !

"Αναμμένος" από οργή για την αδικία αυτή μου επαναλαμβάνει τα "αιτήματα" των φασιστοειδών. Αγανακτεί για την ιατρική περίθαλψη που τους προσφέρεται δωρεάν και απλόχερα, ακόμη και αυτών που πεθαίνουν στο δρόμο από τις λάμες των χρυσαυγιτών. Καταδικάζει την τακτική των γιατρών στα νοσοκομεία που δεν ζητούν από τα θύματα   φορολογική ενημερότητα και ασφαλιστικό βιβλιάριο. Όχι, δεν επικροτεί τα μαχαιρώματα των χρυσαυγιτών, πολιτικοποιημένος γαρ, επικροτεί όμως τα στρατόπεδα, τις απελάσεις, τη "νόμιμη" βία. Φχαριστήθηκε και για το δίκαιο ξέσπασμα-όπως το ονομάζει-του Κασιδιάρη κατά της Κανέλλη.

Ο Φώτης, ο καθένας μας, ασυνείδητα ή όχι γινόμαστε ανώδυνα ξενιστές και φορείς της φασιστικής προπαγάνδας, όταν απουσιάζει η σκιά της σκέψης. Σκιασμένοι από την προπαγάνδα της εξουσίας, ψεκασμένοι με την ανωτερότητα της φυλής, επηρμένοι από τον πατριωτισμό του κάθε χρυσαυγίτη, λάτρεις της πατρίδας και των παραδόσεων, χειροκροτητές κάθε κήρυκα εθνικοφροσύνης, στρέφουμε στον παρόντα χρόνο το μίσος μας σε κάθε αλλόθρησκο, σε κάθε αλλόδοξο, σε κάθε κατατρεγμένο. Χθές ξεσπαθώναμε κατά των προνομίων των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ, κατά των δημοσίων υπαλλήλων, ενάντια στις απεργίες που δεν μας επέτρεπαν να πάμε στη δουλειά μας.

Πεπεισμένοι ότι κάθε ανυπακοή, κάθε αντίσταση στην καθεστηκυία τάξη στρέφεται εναντίον μας. Γένηκε ο νούς μας το θερμοκήπιο για να ριζώσουν και να βλαστήσουν τα κηρύγματα ακόμη πιο προωθημένων φασιστικών απόψεων. Ο Φώτης και ο καθένας μας μπορεί να είμαστε ο φασίστας της διπλανής πόρτας. Αγνοώντας, και αυτό είναι το πλέον επικίνδυνο, πως κάποτε ο μικρόκοσμός μας εισέπνευσε τις αναθυμιάσεις φασιστικών ιδεών, κατέφυγε σε πρακτικές που ευνόησαν το γιγάντωμά του. Έτσι, θητεύσαμε στον στενό μας περίγυρο αρχικά, στην κοινωνία μετέπειτα σαν υβρίδια-φασίστα, στα πρότυπα βουλών και επιταγών της εξουσίας, αποσπώντας σαν βάλσαμο στα καταπιεστικά βιώματά μας,  δώρα και αξίες που προσδιόρισαν το χρόνο και το χώρο μας στα μέτρα ενός υπερτροφικού Εγώ, φέρνοντας τον φασισμό μέσα στα τείχη. Και Και τώρα που η κρίση για πολλούς αποτελεί άλλοθι, απεκδυόμεθα κάθε ευθύνης ως όντα κοινωνικά (προσποιούμενοι τους ανιστόρητους: Γιατί στη χώρα μας την περίοδο της κατοχής ήταν ο ίδιος ο λαός της που δεν υπέκυψε στην πείνα και στις στερήσεις, στο φόβο και στο θάνατο που έσπερνε ο φασίστας κατακτητής).
Το δεν με νοιάζει, δεν γνωρίζω, αποτελεί ασθένεια, τη χαύνωση του φασισμού, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αποκτήνωσή μας, οπλίζει το χέρι του μαχαιροβγάλτη της Χρυσής Αυγής που σφαγιάζει πρώτα εμάς τους ίδιους και μετά τους μετανάστες.

φωτογραφία από Ελευθερία Ψυχογιού (Αριστερό Στέκι)

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

ΚΙΜΠΙ: Sweet thirteen (αναδημοσίευση)

Από τον εξαίρετο ΚΙΜΠΙ (http://kibi-blog.blogspot.gr/)

(Από τη στήλη "Γράμματα στην κόρη μου", περιοδικό ΜΟΝΟ 11, 29/6/2011) 


Αγαπημένη μου Βέρα, 

Την ώρα που ΔΕΝ θα διαβάζεις αυτό το γράμμα, θα έχεις κιόλας διαβεί το κατώφλι των δεκατριών ετών. Δέξου ετεροχρονισμένες και τις γραπτές ευχές μου. Αυτές που αποφεύγονται ή δεν συνηθίζονται στις προφορικές: να είσαι πολύχρωμη, πολύτροπη, πολύφωνη, πολυτάλαντη, ανεκτική, γενναιόδωρη, ήρεμη, μαχητική, δίκαιη, διαλλακτική, συμπονετική, αλληλέγγυα, συναισθηματική, οραματίστρια, επινοητική, αισιόδοξη, κοινωνική, πρόθυμη, δοτική. Να ΜΗΝ είσαι εγωπαθής, μωροφιλόδοξη, μισάνθρωπη, αδιάφορη, ανταγωνιστική, ατομίστρια, άδικη, αναίσθητη, υποχωρητική, φοβισμένη, ακοινώνητη, μονόχνωτη, μονοδιάστατη, απρόθυμη, οξύθυμη, αδιάλλακτη, άπονη, εμμονική, άφιλη.

Να είσαι, επίσης, ευτυχισμένη, όχι με τον τρόπο που μετρούν την ευτυχία οι διεθνείς οργανισμοί, καταμετρώντας τα αγαθά που έχει στην κατοχή του ο μέσος άνθρωπος. Αλλά ευτυχισμένη για τον πλούτο των εμπειριών και των συγκινήσεων που σου δίνει η ζωή, για τους πολλούς φίλους που σε περιβάλλουν και σ’ αγαπούν, για τα πρόσωπα που κι εσύ αγαπάς, για το πλήθος των ανθρώπων που θα τους συμπαρασταθείς στις δύσκολες στιγμές τους και για το ανάλογο πλήθος ανθρώπων που θα σταθούν πλάι σου, στις δικές σου δύσκολες στιγμές.

Σου εύχομαι ακόμη, αγαπημένη μου Βέρα, να είσαι πλούσια. Αλλά, πάλι με τρόπο πολύ διαφορετικό από το πώς μετρούν τον πλούτο οι οικονομέτρες της δυστυχίας. Να είσαι πλούσια όχι με τον εγωισμό που προϋποθέτει πως για κάθε αγαθό που αποκτάς πρέπει να αποκλείσεις έναν άλλο από την απόκτησή του. Να είσαι πλούσια όχι ως άπληστο ανθρωποειδές που αρνείται να μοιραστεί με τον διπλανό του αυτό που, στο κάτω κάτω, δεν ανήκει σε κανένα. Όχι ως σφετερίστρια, αλλά ως ισότιμος χρήστης της πανανθρώπινης περιουσίας: της γήινης φύσης και των προϊόντων της ανθρώπινης επινοητικότητας. Αυτός ο πλανήτης, που τόσο άνισα είναι σπαρμένος με πλούτο και φτώχεια, φτάνει να μας θρέψει όλους. 

Επίσης, Βέρα μου, σου εύχομαι να ζήσεις σε μια καλύτερη χώρα. Δεν εννοώ να μεταναστεύσεις. Σου εύχομαι να ζήσεις για πάντα σ’ αυτή τη χώρα και να την αλλάξεις πριν σε αλλάξει. Να την απαλλάξεις από τα τρωκτικά που την εξουσιάζουν, από τα εγωιστικά καθίκια που ροκανίζουν τον φυσικό και ανθρώπινο πλούτο της, από τους χρυσοκάνθαρους που καταστρέφουν την ομορφιά της. Να την απαλλάξεις, κι εσύ κι όλη η θυμωμένη γενιά σου, από τον φόβο και τους φοβισμένους, από την απληστία και τους άπληστους, από τους μισάνθρωπους και τους κρυπτοφασίστες. Από τα τζάκια και τους απαλλοτριωτές του κοινού μας πλούτου, από τους τοκογλύφους και τους υποκριτές εταίρους. Από την ιδεολογική πλάνη, την πολιτική απάτη και την κοινωνική απειλή. 

Σου εύχομαι, αγαπημένη μου Βέρα, να ζήσεις σε μιαν άλλη Ευρώπη, μια ήπειρο που δεν θα ξαναγεννήσει Χίτλερ και ολοκαυτώματα, που δεν θα ξανακλωσήσει αυγά φιδιού στη θερμοκοιτίδα του χρέους και της οικονομικής καταστροφής, που δεν θα κρυφογελάει με λαϊκούς αντιήρωες τύπου Κασιδιάρη, αλλά θα τους κόβει τον άερα πριν τον πάρουν. Σου εύχομαι να ζήσεις τα εικοστά τρίτα σου γενέθλια ανάμεσα σε φίλους στην Ιρλανδία, τα τριακοστά τρίτα φιλοξενούμενη από μια φιλική οικογένεια στη Μόσχα και στα τεσσαρακοστά τρίτα οι φίλοι σου από την Πορτογαλία να ανταποδίδουν σε σένα και στα παιδιά σου τη φιλοξενία που τους παρείχες εσύ, στην Ελλάδα. Σου εύχομαι να ζήσεις σε μια Ευρώπη ανοικτή σε Αφρικανούς φίλους και Ασιάτες κατατρεγμένους.

Το πρόβλημα με τις ευχές, Βέρα μου, είναι πως δεν έχουν κανένα κόστος. Το ιδεώδες θα ήταν να έχουν υλική δύναμη. Να μπορώ να στις αμπαλάρω σε ένα πολύχρωμο κουτί κι εσύ, κάθε φορά να βγάζεις μία ευχή και αυτοστιγμεί να υλοποιείται. Ξέρουμε κι οι δυο πως αυτό δεν γίνεται. Κι έχεις κάθε δίκιο τώρα, στα γλυκά σου δεκατρία χρόνια, να ακούς βαριεστημένα και καχύποπτα κάθε ευχή ή συμβουλή βγαίνει από το στόμα του πρεσβύωπα πατέρα σου. Ξέχνα, λοιπόν, όλες τις υπόλοιπες φλύαρες, βαρετές ευχές. Σου εύχομαι το εξής απλό: οι σπίθες θυμού, καμιά φορά και μίσους, που εκπέμπουν τα μάτια σου κάθε φορά που εμείς, οι φορτικοί γονείς σου σε πρεσάρουμε (για τα γνωστά: διάβασμα, συμπεριφορά κλπ) να γίνουν φλόγες. Φλόγες που θα κάψουν κάθε πηγή ασχήμιας, καταπίεσης και δυστυχίας, που θα φωτίσουν έναν άλλο κόσμο. Κι ας καψαλιστούμε λίγο κι εμείς, οι γονείς, του ’60 οι εκδρομείς. Ίσως και να μας αξίζει λίγο.


Υ.Γ. Νομίζω, Βέρα μου, πως ξέχασα μια ευχή. Ίσως την πιο σημαντική σ’ αυτή τη νέα φάση της ζωής σου. Να είσαι πάντα ερωτευμένη. Να ερωτευτείς από τα βάθη της ψυχής σου και να σ’ το ανταποδώσουν εξίσου. Σε βλέπω έτοιμη να θυμώσεις μ’ αυτή την ευχή. Κράτα τον θυμό σου. Αργότερα θα καταλάβεις…
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

επισκέψεις

IP Widget For Website